Τσεσμέ

Τσεσμέ
Πόλη της Μικράς Ασίας στη χερσόνησο της Ερυθραίας (12.000 κάτ.). Πριν από τη Μικρασιατική καταστροφή η πόλη λεγόταν από τους Έλληνες Κρήνη. Είναι χτισμένη σε μια παραθαλάσσια πεδιάδα και σε απόσταση 70 χλμ. από τη Σμύρνη. Οι περισσότεροι κάτοικοί της ήταν άλλοτε Έλληνες, που ήρθαν στην Ελλάδα μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών. Οι γηραιότεροι Τούρκοι της πόλης μιλούν και την ελληνική γλώσσα και λέγονται από τους συμπατριώτες τους Μοραΐτες, επειδή κατάγονται από Τούρκους της Πελοποννήσου που μετανάστευσαν εκεί μετά την Επανάσταση του 1821. Η πόλη ήταν άλλοτε έδρα ορθόδοξης επισκοπής που το 1903 έγινε μητρόπολη. Σε απόσταση μιας ώρας βρίσκονται τα Λίτζα, πολυσύχναστη λουτρόπολη με θερμοπηγές. T., ναυμαχία του–. Ναυτική σύγκρουση μεταξύ του ρωσικού στόλου (με ναύαρχο τον Σπυρίδοφ) και του τουρκικού. Ύστερα από την αποτυχία των αδελφών Ορλώφ στην Πελοπόννησο, κατά τον πρώτο επί Αικατερίνης B’ ρωσοτουρκικό πόλεμο (1768-74) οι Ρώσοι προσπάθησαν να πετύχουν μια ναυτική τουλάχιστον νίκη. Τελικά, συνάντησαν τους Τούρκους στον όρμο του T., μεταξύ Χίου και της μικρασιατικής ακτής, ανάγκασαν τα τουρκικά πλοία να αποκλειστούν στο λιμάνι, όπου, με πυρπολικά, κατόρθωσαν να καταστρέψουν σχεδόν ολόκληρη την εχθρική ναυτική δύναμη (4 Ιουλίου 1770). Η ρωσική νίκη πανηγυρίστηκε και διαφημίστηκε κατάλληλα από την τσαρίνα, αλλά τελικά το γεγονός αυτό δεν είχε αποφασιστική σημασία στην εξέλιξη του πολέμου: οι Ρώσοι δεν μπόρεσαν να παραβιάσουν τα Δαρδανέλια (τα οποία είχε φροντίσει στο μεταξύ να οχυρώσει ο βαρόνος Ντε Τοτ και οι Γάλλοι που βοηθούσαν τους Τούρκους) και περιορίστηκαν στην κατοχή –κι αυτή εφήμερη– των Κυκλάδων, όπου έμειναν έως το 1774 άπρακτοι, οπότε υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν οριστικά το Αιγαίο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Παπάζογλου, Νικόλαος — (Τσεσμέ, Μικρά Ασία 1758 – Γαλλία 1819). Έλληνας στρατιωτικός και πολεμιστής. Το 1779 ακολούθησε τον Χασάν πασά Τζετζαερλή στη Πελοπόννησο με σκοπό να διώξει από εκεί τους Αλβανούς. Πολέμησε στο πλευρό του πασά της Ούρφας στην Αίγυπτο, όπου πήρε… …   Dictionary of Greek

  • Ψαρά — Μικρό νησί 18 χλμ. ΒΔ της Χίου. Έχει έκταση 39,77 τ. χλμ. και ένα μοναδικό οικισμό, τα Ψαρά (; κάτ.). Στο νησί υπάρχει επίσης η μονή της Κοίμησης της Θεοτόκου. Διοικητικά το νησί υπάγεται στον νομό Χίου. Γυμνό, ξηρό και άγονο (ψηλότερη κορυφή 531 …   Dictionary of Greek

  • Αγγουλές, Φώτης — (Τσεσμές Μ. Ασίας 1911 – 1964). Ποιητής. Σε ηλικία 3 ετών εγκαταστάθηκε στη Χίο με την οικογένειά του ως πρόσφυγας και αργότερα άσκησε το επάγγελμα του ψαρά. Αυτοδίδακτος, κυκλοφόρησε το 1938 το περιοδικό Το Νησί μας με έδρα τη Χίο. Στον B’… …   Dictionary of Greek

  • Αινιάν — Επώνυμο οικογένειας αγωνιστών του 1821 από τον Τυμφρηστό. 1. Γεώργιος (1788 – 1843). Αγωνιστής της Επανάστασης και πολιτικός, πρωτότοκος γιος του Παπα Ζαχαρία. Μαθήτευσε στη σχολή Κουρού Τσεσμέ και στη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Στη συνέχεια δίδαξε …   Dictionary of Greek

  • Διοματάρας — Επώνυμο εθνικών αγωνιστών από τα Ψαρά. 1. Κωνσταντίνος. Ήταν ιδιοκτήτης πλοίου και προσέφερε τις υπηρεσίες του σε όλη τη διάρκεια του Αγώνα. Το 1823 βύθισε τουρκικό πλοίο κοντά στο Αλιβέρι και το 1824 ένα άλλο κοντά στην Τένεδο. Το 1826… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Ιστορία (Βυζάντιο, Τουρκοκρατία) — ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΧΡΟΝΩΝ Η ιστορία του Βυζαντίου, μακρόχρονη και περιεκτική σε γεγονότα, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Οικοδομημένη πάνω στα θεμέλια ενός οργανωμένου και ισχυρού ρωμαϊκού κράτους, κατέληξε σε μια δομή καθαρά… …   Dictionary of Greek

  • Μουσταφά — Όνομα τεσσάρων σουλτάνων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. 1. Μ. A’ (1591 – 1639). Σουλτάνος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας (1617, 1622 23). Γιος του Μεχμέτ Γ’ και αδελφός του Αχμέτ A’, τον οποίο διαδέχτηκε στο θρόνο μετά τον θάνατο εκείνου (1617).… …   Dictionary of Greek

  • Μουτσάκης ή Μητσάκης — Επώνυμο Κρητικών αγωνιστών από τους Κάμπους της Κυδωνίας. 1. Δημήτριος (περ. 1775 – 1823;). Κρητικός οπλαρχηγός. Πολύ νέος άφησε την πατρίδα του και πήγε στη Χίο, όπου και εγκαταστάθηκε. Όταν άρχισε η Επανάσταση πήρε μέρος στις πολεμικές… …   Dictionary of Greek

  • Μύκονος — Νησί (85,48 τ.χλμ.) των βορειοανατολικών Κυκλάδων, μεταξύ της Τήνου και της Νάξου. Διοικητικά ανήκει στον νομό Κυκλάδων και αποτελείται από τον δήμο Μυκόνου (9.320 κάτ.) στον οποίο υπάγονται τα δημοτικά διαμερίσματα Μυκονίων (7.929 κάτ.) και Άνω… …   Dictionary of Greek

  • Ορλοφικά — Με την ονομασία αυτή είναι γνωστή στην ελληνική ιστορία (αλλά και στην ιστορία του Ανατολικού Ζητήματος) η εξέγερση των Ελλήνων της Πελοποννήσου κατά την εποχή του ρωσοτουρκικού πόλεμου του 1768 1774 και οι συντονισμένες επιχειρήσεις των Ρώσων… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”